.

Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2016

Η ΝΕΑΝΙΚΗ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗ (ΚΑΙ ΟΧΙ Η ΑΡΙΣΤΕΡΑ) TO ΥΠ' ΑΡ. 1 ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΧΟΥΝΤΑΣ

      
       Για την αποϊστορικοποίηση ενός (ακόμα) εθνικού μύθου 


    Η αντίληψη ότι η εγχώρια αριστερά βρισκόταν ανέκαθεν πίσω από κάθε "προοδευτική" και "εθνική" διεκδίκηση (και γι' αυτό αποτελούσε ανέκαθεν τη μεγαλύτερη απειλή για τις δυνάμεις τής εκάστοτε οπισθοδρόμησης) παραμένει στην Ελλάδα εξίσου διαδεδομένη με τη παρά φύσιν ζεύξη του "ελληνοχριστιανισμού" και του "εθνοσωτήριου" ρόλου της εκκλησίας στην επανάσταση του 1821. Με τη συνταγή αυτή έχουν κατασκευαστεί εθνικοί νεομύθοι όπως η "εθνική αντίσταση", οι οποίοι έχουν πλέον ενσωματωθεί αρμονικότατα στον πολυθραυσματικό κορμό ενός -εσαεί οξύμωρου- επισήμου ψευδοϊστορικού αφηγήματος ("ελληνικότητα του Βυζαντίου", ρωμηοσύνη, "ελληνοχριστιανισμός", "κρυφό σχολειό", "έπος του '40", "εθνική συμφιλίωση" κλπ.), όχι μόνο ξεπλένοντας τα εκάστοτε αποκαλυπτόμενα ιστορικά "άπλυτα" του Συστήματος, αλλά και "μπαζώνοντας" (με τις αριστερές ευλογίες, μάλιστα) τα αναπόφευκτα χάσματα στην "εθνική συνέχεια" της Μυθοπλασίας του.
   Σχετικά με το πραγματικό μέγεθος της απειλής που η αριστερά αντιπροσώπευσε για την χούντα της περιόδου 1967-1974, η ιστορική αλήθεια είναι ότι η χούντα -και σύμπαν το εκφραζόμενο μέσω αυτής ελληνοχριστιανικό μόρφωμα- έφτασε προοδευτικά στο σημείο να αντιλαμβάνεται ως μεγαλύτερη απειλή την ύπαρξη ενός συγκεκριμένου κομματιού τής εγχώριας νεολαίας (τους τότε υποτιμητικά αποκληθέντες "γιεγιέδες", ή "τεντυμπόυδες", ή "χίππιδες" κλπ.), παρά την καταφανώς νικημένη σε όλα τα πεδία (όπως εξάλλου αποδείχτηκε και από τα αμέσως μεταδικτατορικά εκλογικά ποσοστά της) αριστερά: μια αριστερά τής οποίας τα "κυριακάτικα κηρύγματα" και οι "εκθέσεις ιδεών"  δεν κατάφερναν (όπως δεν καταφέρνουν και σήμερα) να συγκινήσουν (βλ.: χειραγωγήσουν) τήν -υπό τής ιδίας εκτιμώμενη ως δυνητική- νεανική πελατεία της.
 Εξάλλου σχετικά με το τί εξελάμβανε ως υπέρτατη απειλή η χούντα, μόνοι αρμόδιοι να αποφανθούν είναι οι ίδιοι οι αξιωματούχοι της μέσω των εγγράφων (επισήμων και απορρήτων) παραδοχών τους, κι όχι οι διάφοροι αυτόκλητοι σταλινοειδείς "ερμηνευτές" που νομίζουν ότι κατέχουν ... τον Ομφαλό της Ιστορίας. Γι΄αυτό παρακάτω αναδημοσιεύω (με την έγκριση του συγγραφέα και του εκδότη) ένα απόσπασμα από το βιβλίο του καθηγητή στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Κώστα Κατσάπη, Το "Πρόβλημα Νεολαία" - Μοντέρνοι νέοι, παράδοση και αμφισβήτηση στη μεταπολεμική Ελλάδα: 1964-1974 (Απρόβλεπτες Εκδόσεις, Αθήνα 2013). 
   Οι εικόνες (και οι λεζάντες που δεν απηχούν απαραιτήτως θέσεις του συγγραφέα), τα τονισμένα στοιχεία και η σημείωση (*) στο τέλος για τη Νέα Αριστερά (που επίσης δεν είναι απαραίτητο να απηχεί θέσεις του συγγραφέα) είναι από εμένα.

Θ.Λ.

      


       IV. 1967-1974

      Η περίοδος αυτή καλύπτει την επταετή άσκηση της εξουσίας στην Ελλάδα από τους συνταγματάρχες, ύστερα από το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου. Σε πολιτικό επίπεδο, το πλήγμα που επέφεραν οι στρατοκράτες στις αριστερές οργανώσεις νεολαίας ήταν βαρύ καθώς στο σύνολό τους κηρύχθηκαν παράνομες43 και δεκάδες από τα μέλη και τις ηγεσίες τους βρέθηκαν είτε σε κατάσταση παρανομίας είτε δέσμιοι του καθεστώτος. Με άλλα λόγια, και παρά τις φωτεινές εξαιρέσεις της περιόδου 1967-1971, για τουλάχιστον τέσσερα χρόνια μέχρι το 1972, οπότε το φοιτητικό κίνημα αποκτά σιγά-σιγά τη δυνατότητα να αντιπαρατεθεί δημόσια και ανοικτά με το καθεστώς (η Νομική τον χειμώνα του 1973 και το Πολυτεχνείο τον Νοέμβριο) θα αποτελέσουν την κατάληξη της διαδικασίας αυτής), το καθεστώς της 21ης Απριλίου φαίνεται πως είχε ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς του με τους πολιτικοποιημένους της αριστεράς.


     Η διάλυση, με ένα χτύπημα, της αριστεράς από τη χούντα, η παντελής αδυναμία (;) τής αριστεράς να προβάλλει την παραμικρή αντίδραση, η υποδειγματική αριστερή επίδειξη νομιμοφροσύνης (μαζί με όλον ανεξαιρέτως τον υπόλοιπο πολιτικό κόσμο) προς τη χούντα, η εξαγορασμένη σιωπή τής -χρηματοδοτούμενης απ' τους αμερικάνους πάτρωνες της χούντας (ίδρυμα Φορντ)- αριστερής διανόησης, η υπόδειξη της ηγεσίας προς τους χιλιάδες κομματικά "χρήσιμους ηλίθιους" που "άδειασε" στα ξερονήσια να κάνουν "νηστεία και προσευχή", έδειξαν ότι η αριστερά δεν διέφερε από ένα σάπιο μήλο που εξωτερικά δείχνει υγιές. 
     Αυτό αποδείχθηκε και τυπικά στις εξεγέρσεις της Νομικής και του Πολυτεχνείου: επτά χρόνια μετά την επεισοδιακή συναυλία των Rolling Stones και την "εθνοσωτήριο", και ενώ η νεολαία τών "τεντυμπόυδων", "γιεγιέδων" και "μπήτλιδων" δεν έχανε ευκαιρία να ραγίζει έστω και προσωρινά τον "γύψο" (βλ. π.χ. τα επεισόδια στην προβολή τής ταινίας Woodstock), η Πανσπουδαστική/ ΚΝΕ με το διαβόητο φύλλο αρ. 8 (Φεβρουάριος 1974) έρχεται να καταγγείλει ως προβοκάτορες της Κ.Υ.Π. τους προ τετραμήνου καταληψίες του Πολυτεχνείου.  
    Περισσότερα για τη στάση της αριστεράς επί χούντας στα Όταν η αριστερή διανόηση της χούντας τα "έπαιρνε" από τους αμερικάνους   και Τα γεγονότα που οδήγησαν στην εξέγερση του Πολυτεχνείου του 1973 όπως τα ξαναθυμάται ένας "προβοκάτορας".


      Το ακριβώς αντίθετο, ωστόσο, συνέβη με την κουλτούρα της αμφισβήτησης, η οποία φτάνει στο απόγειό της, ακριβώς την περίοδο του χουντικού πραξικοπήματος, με αποτέλεσμα να αποτελεί πια τον κυριότερο «πονοκέφαλό» του. Το πρώτο καλοκαίρι του καθεστώτος (εκείνο του 1967) είναι για την αμερικάνικη νεολαία το «καλοκαίρι της αγάπης» που σηματοδοτεί την εμφάνιση στο προσκήνιο των χίπις και της κουλτούρας τους. Ο χιπισμός είχε ξεκινήσει στις ΗΠΑ τα προηγούμενα χρόνια καταφέρνοντας να ενοποιήσει σε ένα πολύχρωμο νεολαιίστικο κίνημα διάφορες όψεις της νεανικής κουλτούρας, οι απαρχές των οποίων εντοπίζονται στην έκρηξη της Μπητλομανίας το 1964. Η ροκ μουσική και η ανάδυση μιας ιδιαίτερης αισθητικής, καθαρά νεανικής, που διαχεόταν στον κινηματογράφο, το θέατρο και τις εικαστικές τέχνες, οι ενδυματολογικοί κώδικες της νεολαίας (μακρύ μαλλί, λουλούδια, χαϊμαλιά, παντελόνια «καμπάνα» κ.λπ.) το μπόλιασμα της διασκέδασης με φιλοσοφικούς στοχασμούς από την Ανατολή και με οικολογικές και πασιφιστικές ευαισθησίες, η διαβίωση σε κοινόβια, η σταδιακή κριτική του δυτικού πολιτισμού, όλα τα παραπάνω ανέβαζαν τη νεανική κουλτούρα σε ένα άλλο, πολύ σοβαρότερο, επίπεδο σκέψης και πράξης. Το 1968 η νεολαία αναδεικνύεται σε πρωταγωνιστή του κύματος εξέγερσης που σαρώνει τις κοινωνίες του δυτικού κόσμου, και η διαπίστωση αυτή θα αποτελέσει ένα σοκ για τους εκπροσώπους του καθεστώτος. Ένα σοκ ωστόσο, το οποίο, οι ίδιοι κρίνουν ότι δικαιώνει την αντίληψή τους για τις κολοσσιαίες διαστάσεις του «προβλήματος νεολαία». Το 1968 λοιπόν, αποτελεί μια κρίσιμη καμπή για την εξέλιξη του ζητήματος και όχι τόσο ο γαλλικός Μάης, όπως ίσως πιστεύει ο αναγνώστης, όσο τα σοβαρά επεισόδια που λαμβάνουν χώρα στο Σικάγο τον Αύγουστο του 1968, στο Συνέδριο των Δημοκρατικών για την ανάδειξη υποψηφίου για τις προεδρικές εκλογές του ερχόμενου Νοεμβρίου. Στο Σικάγο βρίσκεται παρούσα όλη η Αμερική της αμφισβήτησης, χίπις, ακτιβιστές της αριστεράς*, μέλη αντιπολεμικών οργανώσεων κ.λπ. και η κοινή εμπειρία ουσιαστικά ενοποιεί το διφυές έως τότε κίνημα αμφισβήτησης: οι χίπις, οπαδοί του drop out, φαίνεται να εγκαταλείπουν ένα μέρος από την παραίτησή τους από την κοινωνία της κατανάλωσης και να πολιτικοποιούνται, ενώ πολλοί από τους νεαρούς ριζοσπάστες της αριστεράς αποδέχονται όλο και περισσότερο τη σημασία της νεανικής κουλτούρας. 

  
    "The whole world is watching!". Αστυνομία εναντίον διαδηλωτών στο Σικάγο, Αύγουστος 1968


   Ο Λένον και ο Τζάγκερ αναδεικνύονται σε σύμβολα εξέγερσης, ενώ η φωτογραφία τους κοσμεί τα νεανικά δωμάτια δίπλα σε αυτή του Μάο και του Τσε Γκεβάρα. Η νεανική κουλτούρα που λίγα χρόνια πριν προκαλούσε τον γέλωτα και την ειρωνεία των μεγαλυτέρων με τις χαριτωμένες «εξαλλοσύνες» όσων νέων μιμούνταν τα «ακούρευτα» ινδάλματά τους, έχει πλέον μετατραπεί σε ένα τρομακτικό πολιτικό πρόβλημα, αντιπαρατίθεται σ’ αυτές ακόμη τις ιδεολογικές προϋποθέσεις της μεταπολεμικής ευημερίας του δυτικού κόσμου (εκφράζοντας λ.χ. το «δικαίωμα στην τεμπελιά» ή απαξιώνοντας με τα ταξίδια στην Ανατολή τη σταθερή «καλή» εργασία) και προκαλεί ισχυρούς τριγμούς στην κοινωνική ευταξία των κοινωνιών του δυτικού κόσμου. Με άλλα λόγια, η αμφισβήτηση της καθημερινότητας έχει πια ενοποιηθεί με την πολιτική αμφισβήτηση αν δεν την έχει υπερκεράσει. 

      Η σχέση της ελληνικής νεολαίας με το κίνημα της αμφισβήτησης, παρά το ότι ποτέ δεν τέθηκε δημοσίως ως κάτι που ανησυχούσε το καθεστώς, είναι βέβαιο πως αποτελούσε μια άρρητη αλλά βασικότατη μέριμνά του. Επισήμως το καθεστώς μπορούσε να επαίρεται για το «ήθος» και τη σοβαρότητα της ελληνικής νεολαίας. Οι οργανώσεις εκείνες που υποτίθεται πως ήθελαν να την «εκμεταλλευτούν» ωθώντας τη στα πεζοδρόμια και τις διαδηλώσεις, είχαν διαλυθεί. Η πολιτική δραστηριότητα ιδίως στα πανεπιστήμια, υπήρξε για πολύ καιρό ελεγχόμενη από τους πράκτορες και τα όργανα της χούντας. Η νέα, «εθνική» ηγεσία είχε δείξει εξαρχής τη φροντίδα της για τη νεολαία, και η τελευταία υποτίθεται πως ένιωθε ανακουφισμένη. Παρατηρώντας το κύμα της νεανικής εξέγερσης που λάμβανε χώρα στη Δύση, το καθεστώς μπορούσε να προωθεί έντεχνα την προπαγάνδα του και να αποκρούει την κριτική που του ασκούνταν για βασανισμούς, βαρβαρότητα και καταπάτηση των στοιχειωδέστερων ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αυτά ωστόσο, επισήμως. Στο παρασκήνιο, ο φόβος για τη διάδοση εκείνων των ιδεών και της νοοτροπίας που είχαν καταστήσει τις νεολαίες του δυτικού κόσμου «δυσήνειες», ήταν έντονος.44 Η όλο και περισσότερο ριζοσπαστικοποιημένη κουλτούρα των νέων προκαλούσε φόβο για την επιρροή της στην ελληνική νεολαία αλλά και αμηχανία, καθώς η ανάσχεσή της προϋπέθετε τη λήψη μέτρων (π.χ. απαγόρευση ροκ μουσικής και λοιπών πολιτισμικών συμβόλων της νεολαίας, όπως το μακρύ μαλλί), που ήταν βέβαιο πως και κτύπημα στη βιομηχανία του τουρισμού θα επέφεραν, και θα αποτελούσαν βούτυρο στο ψωμί για όσους ασκούσαν κριτική στο καθεστώς.45

     Ενώ η χούντα είχε βγάλει εύκολα και γρήγορα "νοκ άουτ" την αριστερά, το διεθνές κίνημα αμφισβήτησης εκκίνησε σε ένα κομμάτι της ελληνικής νεολαίας ζυμώσεις και κομματικά αχειραγώγητες διαδικασίες, που κατέληξαν στις εξεγέρσεις τής Νομικής και του Πολυτεχνείου.  
     Εδώ είναι το πρώτο από τα δύο τεύχη του φοιτητικού περιοδικού Πρωτοπορία, που εκδιδόταν τέλη του 1971-αρχές του 1972. Όπως φαίνεται από το εξώφυλλο, η θεματολογία του ήταν εναρμονισμένη με τα ζητήματα που απασχολούσαν το διεθνές underground κίνημα της περιόδου. Η δικτατορία απαγόρευσε, φυσικά, την κυκλοφορία του (περισσότερα για αυτό το έντυπο-ορόσημο βλ. Κώστα Κατσάπη, Το "πρόβλημα νεολαία", Απρόβλεπτες Εκδόσεις, Αθήνα 2013, σσ. 340-344). 


      Ακόμη και το προνομιακό πεδίο δράσης των πολιτικοποιημένων νέων, ο χώρος δηλαδή του φοιτητικού κινήματος, φαίνεται πως, από ένα σημείο και μετά, αναγνωριζόταν από το καθεστώς πως είχε δεχτεί άμεση επίδραση από την κοσμοθεωρία, την κουλτούρα και τις αναζητήσεις της διεθνούς νεολαίας. Τον Φεβρουάριο του 1973, την περίοδο δηλαδή που πραγματοποιείται στη Νομική η πρώτη σοβαρή δημόσια αντιπαράθεση των φοιτητών με τη χούντα, απόρρητο έγγραφο της Γενικής Γραμματείας Πρωθυπουργού επιχειρεί να αναλύσει το προφίλ του έλληνα φοιτητή. Είναι ενδεικτικό ότι το κείμενο εστιάζει όχι τόσο στα πολιτικά χαρακτηριστικά του σύγχρονου φοιτητή, όσο στην πολιτισμική του συγκρότηση και τις επιρροές που αυτή έχει δεχτεί: «3. Ο σημερινός φοιτητής είναι γενικώς πλέον έμπειρος (υψηλότερος δείκτης νοημοσύνης)», επισημαίνει ο συντάκτης της ανάλυσης, «ή άλλως πλέον απαιτητικός, πλέον ευαίσθητος, πλέον επιδεικτικός και πλέον ανήσυχος. Δυσκόλως συμβιβάζεται προς όσα συνιστούν αμεταβλήτους καταστάσεις, εξωτερικάς μορφάς πειθαρχήσεως, προτροπάς προς προπαρασκευήν δια μίαν ζωήν ελάχιστα διάφορον εκείνης των γονέων του (GENERATIONAL GAP κ.λπ.)».46 Και συνεχίζει ο συντάκτης του υπομνήματος: «4. Εξαιτίας σειράς όλης νέων επίσης συντελεστών (άμεσοι επικοινωνίαι, κοινότης προβλημάτων, δημιουργία και διάδοσις του σημερινού ιδιοτύπου YOUTH SUBCULTURE)  η συλλογική φοιτητική ψυχολογία αποβάλλει σταθερώς και συχνά εις απειλητικόν βαθμόν κάθε “εθνικό χρώμα”. “Διεθνοποιείται” από της απόψεως των αιτίων, του προβληματισμού, του δυναμισμού, των μορφών εκφράσεως. “Μονώσεις” αυτής ή εκείνης της εθνικής ακαδημαϊκής νεολαίας είναι σήμερον αδύνατοι».47 Και καταλήγει ο συντάκτης κρούοντας απειλητικά τον κώδωνα του κινδύνου: «5. Οι άκρως ριζοσπαστικοί φοιτηταί εις αυτήν ή εκείνην την Χώραν αποτελούν την ελαχίστην μειοψηφίαν (δύο έως πέντε τοις εκατό). Παρά τούτο, η “φιλοσοφία” τούτων και, πρωτίστως, αι δραστηριότητές των (η βιαιότης των εκδηλώσεων) εντός του οικείου εθνικού χώρου ή και επί της διεθνούς σκηνής διαγράφονται ως άκρως απειλητικαί».48



    Παρά τον "γύψο" του καθεστώτος ο "χιππισμός" θα κάνει την εμφάνισή του και στην Ελλάδα, προξενώντας μάλιστα με αφορμή την πρώτη εν Αθήναις δημόσια προβολή της ταινίας Woodstock (29/11/1970)  επεισόδια πολύ πιο εκτεταμένα από εκείνα της συναυλίας των Rolling Stones.
     Την ίδια περίοδο η αριστερή διανόηση χρηματοδοτείτο από τους αμερικανούς πάτρωνες της χούντας (Ίδρυμα Φορντ), κάτι που εν μέρει εξηγεί τη νομιμοφροσύνη και της αριστεράς προς το χουντικό καθεστώς (μαζί φυσικά με όλου του υπόλοιπου πολιτικού κόσμου της χώρας). Εν μέρει εξηγεί επίσης και την υπονομευτική  στάση της αριστεράς στην εξέγερση του Πολυτεχνείου. Περισσότερα για τη στάση της αριστεράς επί χούντας στα Όταν η αριστερή διανόηση της χούντας τα "έπαιρνε" από τους αμερικάνους   και Τα γεγονότα που οδήγησαν στην εξέγερση του Πολυτεχνείου του 1973 όπως τα ξαναθυμάται ένας "προβοκάτορας".



     Στις αρχές του 1970 είναι πια σαφές ότι ο ριζοσπαστισμός της ελληνικής νεολαίας αποτελεί κάτι το ανεξέλεγκτο που θα πρέπει να τιθασευτεί. Έτσι κι αλλιώς, στα τέλη του ’60 η νεανική κουλτούρα έχει φτάσει στο απόγειό της, καθώς είναι δημιουργική όσο ποτέ, απολύτως επιδραστική (influential) για τους νέους ανθρώπους, και συνώνυμη της εξέγερσης. Το καθεστώς, έχοντας από το 1967 επισημάνει την ύπαρξη του «προβλήματος» έχει προχωρήσει, ήδη από το 1968, στη σύσταση μιας ειδικής υπηρεσίας, της Διευθύνσεως Νεότητος, επιφορτισμένης με το έργο της άσκησης μιας «ορθής» πολιτικής, προκειμένου η νεολαία να «μη χαθεί», και να δημιουργηθούν έγκαιρα τα κατάλληλα αναχώματα που θα απέτρεπαν τη μεταφορά στην Ελλάδα του πνεύματος της γενικευμένης ανυπακοής και απείθειας. Στις αρχές του 1970, η Διεύθυνσις Νεότητος, προχωρεί σε μια συνοπτική περιγραφή του «προβλήματος νεολαία», και στην πρόταση μιας σειράς μέτρων για την αντιστροφή της κατάστασης. Το κείμενο απόκειται στις συλλογές της Εταιρείας Μελέτης της Ιστορίας της Αριστερής Νεολαίας (ΕΜΙΑΝ),49 ταξινομημένο στα έγγραφα του Α΄ Αντιπροέδρου της Κυβερνήσεως, και θεωρώ ότι αποτελεί ένα εκπληκτικό τεκμήριο, μια εξαιρετική σύνοψη του «προβλήματος», όπως βέβαια αυτό γινόταν αντιληπτό και ερμηνευόταν από τους αναλυτές της 21ης Απριλίου. Το βασικό χαρακτηριστικό και αυτής της προσέγγισης είναι η εμφατική απουσία της πολιτικής συνιστώσας από τις αιτίες διαμόρφωσης του «προβλήματος». Το τελευταίο δεν είναι αποτέλεσμα της δουλειάς μιας αριστερής καθοδήγησης που έχει «εξαπατήσει» τη νεολαία εκμεταλλευόμενη τον ιδεαλισμό και την «απειρία» της, όπως η κυρίαρχη προπαγάνδα επανειλημμένα είχε υποστηρίξει. Αντιθέτως. Γενεσιουργές αιτίες του προβλήματος υποδεικνύονται ο εξαμερικανισμός της νεολαίας, η χειραφέτηση από την οικογένεια, η ασέβεια, η αναίδεια, και όλα αυτά τα τραυματικά φαινόμενα που είχαν ακολουθήσει το  Big Bang της νεανικής κουλτούρας: Τεντιμποϊσμός, Μπητλισμός (η ταύτιση δηλαδή με τους Μπήτλς και την παράγωγη νεανική κουλτούρα), Χιπισμός. Σύμφωνα με τον συντάκτη του κειμένου, η «κρίσις της νεότητας» οφειλόταν σε ενδογενείς και εξωγενείς παράγοντες, στο παιδικό και νεανικό πείσμα, αλλά και στο νοσηρό κλίμα της εποχής που είχε οδηγήσει στον «εκπεσμό των ηθικών αξιών». Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα την έλλειψη ηθικής αντιστάσεως από τους σύγχρονους νέους και για τον λόγο αυτό το καθεστώς έκρινε πως έπρεπε να παρέμβει (ΑΝΑΓΚΗ ΑΜΕΣΟΥ ΠΑΡΟΧΗΣ ΒΟΗΘΕΙΑΣ, όπως με χαρακτηριστικά κεφαλαία γράμματα έγραφε). Το σύνθημα προς τούτο θα έπρεπε να είναι το κλασικό ΕΛΛΑΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ, κάτι που ερχόταν όχι ως αποτέλεσμα ενός κάποιου ηθικού συντηρητισμού, αλλά ως ανάγκη αναζωπύρωσης της χριστιανικής πίστης στην ψυχή του νέου, κάτι στο οποίο θα αναφερθούμε αναλυτικά στις επόμενες σελίδες. Για την ανάσχεση της νεανικής κουλτούρας της ανυπακοής συγκροτούνταν ένας ολόκληρος «επιτελικός μηχανισμός», ο οποίος ξεκινούσε από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό στην κορυφή του, περνούσε από την Κεντρική Επιτροπή Νεότητος και το Γραφείον Μελετών και Προγραμματισμού, και ενέπλεκε ένα ολόκληρο φάσμα κρατικών λειτουργών και στελεχών, όπως την Εκκλησία στο σύνολό της (Ιερά Σύνοδος, Μητροπολίτες, εφημέριοι), τους διευθυντές των σχολείων και τους διδάσκοντες, τη Γενική Διεύθυνση Τύπου, Θεαμάτων, Ραδιοφώνου, Τηλεοράσεως και Αθλητισμού, διευθυντές κρατικών υπηρεσιών, αλλά και τις ελληνικές οικογένειες. Το «πρόβλημα» διαγραφόταν μεγάλο, επομένως η κινητοποίηση ενός εκάστου στην κατεύθυνση πειθάρχησης της νεολαίας κρινόταν απαραίτητη. Το πρόγραμμα του σχεδίου αυτού ήταν τριετές και είχε δύο σκέλη που κάλυπταν τόσο στόχους βραχυπρόθεσμους, τουτέστιν τη συμπεριφορά των νέων στο σχολείο και την οικογένεια, όσο και μακροπρόθεσμους, δηλαδή την οργάνωση και διάθεση του ελεύθερου χρόνου των νέων, αλλά και τον επαγγελματικό τους προσανατολισμό.50


    Ένας από τους κυριότερους κόλαφους της χούντας ήταν ότι δεν μπορούσε να λογοκρίνει τον κινηματογράφο, τη μουσική, ή τις εκδόσεις βιβλίων των "συμμάχων" (και πατρώνων της) Η.Π.Α., ακόμα κι αν αυτά προέρχονταν από την κουλτούρα της αμφισβήτησης. Έτσι η ελληνική νεολαία (ή τουλάχιστον ένα τμήμα της) είχε τη δυνατότητα να ακούσει κάποιους εμβληματικούς ροκ δίσκους, να διαβάσει τα βιβλία του Μαρκούζε, ή να δει ταινίες-ορόσημα σαν το Φράουλες και Αίμα, ή τον Ξένοιαστο Καβαλάρη. Τουλάχιστον στην περίπτωση των ταινιών η χούντα μπορούσε (όπως και έκανε) να επιβάλλει αστυνομική επιτήρηση στις προβολές τους. Εδώ ένα στιγμιότυπο από την πρώτη προβολή της ταινίας Woodstock στον κινηματογράφο Παλλάς στην οδό Βουκουρεστίου, στην Αθήνα. Η αστυνομία θορυβημένη από τις "έξαλλες" αντιδράσεις των νέων απαγορεύει την επόμενη προβολή, με αποτέλεσμα εκτεταμένα επεισόδια στο κέντρο της Αθήνας. Η απαγόρευση προβολής αίρεται μετά από δύο εβδομάδες, αλλά το τρίωρο φιλμ έχει "συντομευθεί" από τους χουντικούς λογοκριτές κατά μία ώρα...
    Ένας άλλος κόλαφος της χούντας είχε να κάνει με το μήκος της ανδρικής κόμης. Λόγω του ταχέως αναπτυσσόμενου τουρισμού δεν μπορούσε βέβαια να κουρεύει τους τουρίστες. "Εντός των τειχών" όμως εφάρμοζε τη γνωστή "επιχείρηση ψαλίδι", δηλαδή μαζικές προασαγωγές στις συνοικίες και εν συνεχεία μαζικό υποχρεωτικό κούρεμα στα αστυνομικά τμήματα. Η χουντική βία εναντίον της εξεγερμένης νεολαίας κλιμακωνόταν συνεχώς μέχρι τα τανκς και τους ελεύθερους σκοπευτές στην εξέγερση του Πολυτεχνείου


      Όπως είπα και παραπάνω, το κείμενο αυτό είναι πραγματικά εκπληκτικό, όχι μόνο γιατί δείχνει την ύπαρξη ενός ολόκληρου μηχανισμού που κινητοποιήθηκε συντονισμένα (σε έναν βαθμό τουλάχιστον) ιδίως μετά το 1970, στην κατεύθυνση της ανάσχεσης της νεανικής κουλτούρας, αλλά και γιατί επισημαίνει τη σημασία της τελευταίας στην εμπέδωση στη νεολαία ενός κλίματος γενικευμένης απείθειας. Η μεταλαμπάδευσή της στους έλληνες νέους και η διάχυση της νεανικής ανυπακοής στην Ελλάδα, υπήρξε μια τρομακτικά δυσάρεστη προοπτική για τη Δικτατορία, έστω και αν ποτέ δεν το παραδέχτηκε δημοσίως. Εν κατακλείδι, θα λέγαμε πως η νεανική αμφισβήτηση η οποία είχε ξεκινήσει δειλά τη δεκαετία του ’50, διαχεόμενη τόσο στην πολιτική δραστηριότητα των νέων ανθρώπων, όσο και στην καθημερινότητά τους, στη διάρκεια της δικτατορίας των συνταγματαρχών έφτανε στο αποκορύφωμά της. Το ενδιαφέρον είναι ότι στην περίοδο αυτή φαίνεται να αντιστρέφονται οι όροι με τους οποίους εκδηλώνονται. Ενώ στη διάρκεια της δεκαετίας του ’60 η πολιτική αμφισβήτηση είναι αναμφίβολο ότι γεύεται τη μερίδα του λέοντος στην ανησυχία όσων πανικοβάλλονται από την έλευση της νεολαίας στο προσκήνιο, στη διάρκεια της επταετούς Δικτατορίας, η βίαιη καταστολή κάθε έκφρασης πολιτικής εναντίωσης στο καθεστώς και η συνεχής ριζοσπαστικοποίηση της νεανικής κουλτούρας θα έχουν ως αποτέλεσμα την ανάδειξη της τελευταίας ως του κυριότερου και μάλιστα προνομιακού εκφραστή της νεανικής «δυσφορίας».




      «Το Πολυτεχνείο δεν ήταν εκκλησία όπως το θέλει η εξουσία» (μεταπολιτευτικό σύνθημα).
   Κατά τα ίδια τα χουντικά έγγραφα και εκτιμήσεις «εξαιτίας σειράς όλης νέων επίσης συντελεστών (άμεσοι επικοινωνίαι, κοινότης προβλημάτων, δημιουργία και διάδοσις του σημερινού ιδιοτύπου YOUTH SUBCULTURE)  η συλλογική φοιτητική ψυχολογία αποβάλλει σταθερώς και συχνά εις απειλητικόν βαθμόν κάθε “εθνικό χρώμα”. “Διεθνοποιείται” από της απόψεως των αιτίων, του προβληματισμού, του δυναμισμού, των μορφών εκφράσεως. “Μονώσεις” αυτής ή εκείνης της εθνικής ακαδημαϊκής νεολαίας είναι σήμερον αδύνατοι […] Οι άκρως ριζοσπαστικοί φοιτηταί εις αυτή ή εκείνην την Χώραν αποτελούν την ελαχίστην μειοψηφίαν (δύο έως πέντε τοις εκατό). Παρά τούτο, η “φιλοσοφία” τούτων και, πρωτίστως, αι δραστηριότητές των (η βιαιότης των εκδηλώσεων) εντός του οικείου εθνικού χώρου ή και επί της διεθνούς σκηνής διαγράφονται ως άκρως απειλητικαί
      Μετά το 1970, υπό την επιρροή των Στίνα / Καστοριάδη, των γάλλων σιτουασιονιστών, του ανακάμψαντος αναρχισμού και φυσικά του διεθνούς underground κινήματος  αρχίζει να σχηματίζεται στην Ελλάδα ο λεγόμενος αναρχικός/αντιεξουσιαστικός χώρος. Μέσω αυτού ήταν που κατέφθασε, έστω και καθυστερημένα, στην Ελλάδα το πνεύμα του "παγκόσμιου '68". Έτσι εκκινήθηκαν οι ζυμώσεις και διαδικασίες που οδήγησαν στις εξεγέρσεις της Νομικής και του Πολυτεχνείου, σε σημείο που να μπορούμε να πούμε ότι άνευ των μόλις προαναφερθεισών επιδράσεων οι εν λόγω εξεγέρσεις δεν θα είχαν εκδηλωθεί ούτε καν σαν απλές σκέψεις. 
     Ωστόσο, η προωθούμενη υπό της (δεξιόστροφης και αριστερόστροφης) Μυθοπλασίας όψη των γεγονότων του Πολυτεχνείου τον Νοέμβριο του 1973 είναι αυτή μιας αμιγώς αντιχουντικής «εξέγερσης» χριστιανών μαρτύρων, που περίμεναν παθητικά τα τανκς τραγουδώντας τον εθνικό ύμνο. Σε αυτό συντελεί η ανάρτηση της εθνικής σημαίας, διάφορα εθνικοαπελευθερωτικά συνθήματα (π.χ. "έξω οι αμερικάνοι"), αναπαραγωγή τραγουδιών σταλινικών σωβινιστών συνθετών  κλπ. από μεγάλη μερίδα των προσχωρησάντων ύστερων καταληψιών (που προφανώς αντλούσαν αναλόγως από το "ιδεολογικό" ασυνείδητό τους), την είσοδο των οποίων στο κατειλημμένο Πολυτεχνείο επέτρεψε το ανοιχτό τής κατάληψης. Κάποιοι άλλοι που επίσης εισχώρησαν για να πιάσουν "πόστα" της κατάληψης, ήσαν διάφοροι γνωστοί κομματικοί εγκάθετοι,  οι οποίοι αργότερα πλασαρίστηκαν συστημικά σαν οι "ηγέτες" της, εξαργυρώνοντας με παχυλά αμειβόμενες πολιτικές καριέρες την κομματική αποστολή που διεκπεραίωσαν. Η διάσταση όμως που αποσιωπάται είναι εκείνη μιας εξέγερσης καθαρά δυτικού τύπου στα πρότυπα των αμερικανικών πανεπιστημίων ή του γαλλικού Μάη, η οποία αμφισβητούσε συνολικά ένα καθεστώς, του οποίου η "δικτατορία" και η "δημοκρατία" αποτελούν απλώς τις δύο όψεις του. Γι’ αυτό, από την επίσημως προβαλλόμενη εκδοχή της εξέγερσης έχουν "απαλειφθεί" οι βιαιότατες συγκρούσεις με την αστυνομία στους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας, τα οδοφράγματα, οι επιθέσεις σε αστυνομικά τμήματα κλπ. κατά το τριήμερο της εξέγερσης. Αυτό όμως που κατεξοχήν αποσιωπάται είναι ότι η κατάληψη άρχισε αυθόρμητα (δηλαδή έξω από -και ενάντια σε- κάθε κομματική ή άλλου είδους "καθοδηγούμενη" διαδικασία) και βέβαια ο σαφώς αυτο-οργανωτικός και αντι-ιεραρχικός χαρακτήρας της (εξού και η μεταπολιτευτική "ερμηνευτική" της αλλοίωση και οικειοποίηση της από τις ίδιες τις "δημοκρατικές δυνάμεις" που εξαρχής είχαν επιχειρήσει να την αναστείλουν και - όταν είδαν ότι αυτό δεν επιτυγχάνετο- να την υπονομεύσουν).
    Κατά έναν εκ των συμμετεχόντων, τον Γιώργο Οικονόμου, η εξέγερση του Πολυτεχνείου αποτελεί την "απαρχή του αυτόνομου κινήματος στην Ελλάδα".
  Στην ιστορική αυτή φωτογραφία αποτυπώνεται ο "διττός" (όπως εξελίχθηκε) χαρακτήρας της κατάληψης.



    Σημειώσεις - παραπομπές 
43. Με «προκήρυξη» του Α/ΓΕΣ Οδυσσέα Αγγελή που δημοσιεύθηκε στις εφημερίδες στις 5 Μαΐου 1967, διαλύθηκαν διακόσιες εβδομήντα εννιά οργανώσεις, ενώ τα περιουσιακά τους στοιχεία δημεύθηκαν. Από αυτές τις οργανώσεις οι εβδομήντα τέσσερις ήταν νεολαιίστικες ή νεολαιίστικου ενδιαφέροντος. Για μια καταρχήν επεξεργασία των οργανώσεων που διαλύθηκαν από τη χούντα, βλ. Στεφάνου Σ., «Ο Οδυσσέας Αγγελής και η νεολαία το Μάιο του 1967», περιοδικό Αρχειοτάξιο. Περιοδική έκδοση των Αρχείων Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας 8 (Μάιος 2006), σελ. 105-108. 
44. Σε έγγραφο που δημοσιεύει ο Σωτήρης Ριζάς αναφέρεται σχετικά ότι οι στρατιωτικοί «πίστευαν στο στιβαρό χέρι της παράδοσης, στην εξουσία και την υπακοή, και έφριτταν από τον τρόπο ζωής της νεολαίας στη Δυτική Ευρώπη και την Αμερική» (National Intelligence Estimate: “Prospects for Greece”, 7.6.1971, FRUS 1969-1976, XXIX, σελ. 784). Στο Ριζάς, Σ., Η ελληνική πολιτική μετά τον εμφύλιο πόλεμο. Κοινοβουλευτισμός και Δικτατορία, Καστανιώτης, Αθήνα 2008, σελ. 448. 
45. Για τον επιδέξιο χειρισμό από τη Δικτατορία των κατασταλτικών δυνατοτήτων της στο πλαίσιο μιας πολιτικής βελτίωσης της εικόνας της (όπως την απελευθέρωση του Μίκη Θεοδωράκη τη στιγμή που δεκάδες αντιφρονούντες υφίσταντο φυλακίσεις και βασανιστήρια), βλ. Ριζάς, Σ., ό.π., σελ. 443. 
46. Εταιρεία Μελέτης της Ιστορίας της Αριστερής Νεολαίας (ΕΜΙΑΝ), Αρχείο Ξενοφώντα Γιαταγάνα, Κουτί 11, Φάκελος 56, Έγγραφο: «Γενική Γραμματεία Πρωθυπουργού. Γενική Διεύθυνσις Πολιτικών και Τρεχουσών Υποθέσεων. Διεύθυνσις Παρακ. Τρεχουσών Υποθέσεων. Θέμα: Ίδρυσις Φορέως Νεότητος και σύνταξι Ν.Δ. Περί Φοιτητικών σωματείων και ενώσεων» (19.2.1973). 
47. Στο ίδιο. 
48. Στο ίδιο. 
49. Εταιρεία Μελέτης της Ιστορίας της Αριστερής Νεολαίας (ΕΜΙΑΝ), Αρχείο Ξενοφώντα Γιαταγάνα, Κουτί 14, Φάκελος 69, Έγγραφο: «Νεότης» (χ.χρ., πιθανόν αρχές του 1970). 
50. Στο ίδιο.


     Κώστας Κατσάπης


  [*Σημείωση για τη Νέα Αριστερά
  Πρόκειται για την αμερικάνικη επονομασθείσα  New Left, κυριότερος φορέας της οποίας υπήρξε η οργάνωση Students for a Democratic Society (έτος ιδρυσης 1960). Η "Νέα Αριστερά" επιχείρησε αρχικά να συμπορευθεί με το underground κίνημα με σκοπό να το αφομοιώσει. Μετά όμως τα γεγονότα του "παγκόσμου '68" (Παρίσι, Σικάγο, Πράγα κ.α.) και την απογοητευτική διάψευση των προσδοκιών της περί ξεσπάσματος μιας "παγκόσμιας επανάστασης", αναδείχθηκε πανηγυρικά η αδυναμία της να κατανοήσει το "τέλος εποχής" που σήμαινε η εν λόγω χρονιά: εγκατάλειψη των "μεγάλων αφηγήσεων" / χιλιαστικών προσδοκιών περί οικουμενικής επανάστασης, έκρηξη της "υποκειμενικότητας", του αυθορμητισμού (=αυτο-ορμώμαι) και των αντι-ιεραρχικών μορφών πολιτικής οργάνωσης, απόρριψη των μηχανιστικών και ντετερμινιστικών (μαρξιστικών κ.α.) προσεγγίσεων της Ιστορίας, μαζική εγκατάλειψη των καθέτων μορφών πολιτικής οργάνωσης (κόμματα)  και επαναπροσδιορισμός τής επανάστασης ως συσσωρευτικής (και όχι "μιά κι έξω") διαδικασίας, η οποία ξεκινά "εδώ και τώρα", δηλαδή σε άμεσο και τοπικό επίπεδο μέσω της οριζόντιας δικτύωσης νέων πολιτικών και πολιτισμικών μορφών έξω από τους και ενάντια στους κάθε είδους θεσμούς της κοινωνικής ετερονομίας (των κομμάτων συμπεριλαμβανομένων).
   Έτσι, οι περισσότεροι ακτιβιστές και μέλη της Νέας Αριστεράς απορροφήθηκαν από την εμφανώς αντιεξουσιαστική/αυτονομιακή/αντικρατική/αναρχική πολιτική τροχιά που ακολουθούσε (και ακολουθεί μέχρι σήμερα) το διεθνές underground κίνημα (σήμερα Κίνημα για την Παγκόσμια Δικαιοσύνη ή Κίνημα κατά τής Παγκοσμιοποίησης - Seattle 1999)Όσοι απέμειναν, παλινδρόμησαν στις γνωστές αριστερίστικες γραφικότητες τής δεκαετίας του 1970. Έτσι, στο συνέδριό της τού 1969 η "Νέα Αριστερά" διασπάστηκε σε τρεις απροκάλυπτα γραφειοκρατικές και εξουσιαστικές φράξιες: τους προσωπολάτρεις ευτελών τριτοκοσμικών δικτατορίσκων σαν τους Φιντέλ Κάστρο, Μάο Τσε Τουγκ και Χο Τσι Μινχ που προσχώρησαν στο "Προοδευτικό Εργατικό Κόμμα", τους συντηρητικούς οπαδούς των εθνικιστών και μουσουλμάνων Μαύρων Πανθήρων που ίδρυσαν το Revolutionary Youth Movement II και τους οπαδούς τού λενινιστικού τερρορισμού που ίδρυσαν την οργάνωση Weathermen. Παρόμοια πορεία ακολουθήθηκε από την "επαναστατική" αριστερά και στην Ευρώπη (π.χ. το "αντάρτικο πόλης" στη Δυτική Γερμανία, μια ατομικιστική πρακτική που είχε εγκαινιαστεί από τον Αναρχισμό τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα και εγκαταλειφθεί στις πρώτες του 20ου - ως συνήθως ο μαρξισμός "ανακαλύπτει" με σταθερή καθυστέρηση δεκαετιών τα "αποφάγια" τού πάντα προπορευόμενου Αναρχισμού...)
    Στη "Νέα Αριστερά" αναφέρεται ο ειρωνικός στίχος του γνωστού τραγουδιού των Beatles, Revolution (1968): "αν προχωράς κουβαλώντας φωτογραφίες του προέδρου Μάο, δεν θα καταφέρεις τίποτα με κανέναν". Οι Beatles είχαν δεχτεί έντονη -αριστερή- κριτική για το Revolution, αλλά τελικά η έκβαση των ζυμώσεων στο διεθνές underground κίνημα τούς δικαίωσε (και τους δικαιώνει μέχρι σήμερα). Η "Νέα Αριστερά" έγινε επίσης στόχος τής αμείλικτης σάτυρας του Τζέρυ Ρούμπιν, συγγραφέα του θρυλικού Do It! και εκ των επιφανεστέρων μορφών των Yippies - και του διεθνούς underground εν γένει.   
    Ανάλογη (αν και όχι τόσο εκφυλιστική) πορεία ακολούθησε και ο φιλόσοφος Χέρμπερτ Μαρκούζε, o αποκληθείς και "πατέρας της Νέας Αριστεράς" (αν και ο ίδιος, προς τιμήν του, αρνείτο τέτοιους χαρακτηρισμούς). Ο Μαρκούζε ήταν ο συγγραφέας τού "Έρως και Πολιτισμός" (1955) "καταστατικού Χάρτη" των μετέπειτα χίππυς και τού "Ο Μονοδιάστατος Άνθρωπος" (1964), τής σημαντικότερης κριτικής στην βιομηχανική κοινωνία μαζί με εκείνες του Καστοριάδη και των Σιτουασιονιστών. Πρόκειται για δύο έργα ορόσημα που παραμένουν σημεία αναφοράς και για το σημερινό διεθνές underground. Ωστόσο, εκτός της Νέας Αριστεράς, το "παγκόσμιο '68" υπήρξε το "crush test" και για την πορεία του Μαρκούζε, ο οποίος τελικά (και παρά τις προσπάθειές μιάς ζωής να ανανεώσει τον μαρξισμό εισάγοντας τη δυνατότητα τής εδώ και τώρα πραγματοποίησης τού θεωρούμενου ως "ουτοπικού" στοιχείου) προσέκρουσε στις εγγενείς αδυναμίες των μαρξιστικών του καταβολών. Έτσι, από το 1968 και μετά ο Μαρκούζε παρουσιάζει τις πρώτες του σοβαρές δυσκολίες να κατανοήσει την δυναμική τού underground. Γιατί, αν με τα δύο προαναφερθέντα έργα του έφτασε κυριολεκτικά μια ανάσα πριν από την απόρριψη του χιλιαστικού μαρξιστικού ντετερμινισμού (από τον οποίο είχε απελευθερωθεί ήδη από τις αρχές των '60s ο πρώην μαρξιστής Καστοριάδης), ο Μαρκούζε τελικά δεν κατόρθωσε να υπερβεί τον μαρξισμό. Έτσι ο, (αυτο)παγιδευμένος στις εσχατολογικές μαρξιστικές ιδεοληψίες, Μαρκούζε ερμηνεύει με μαρξιστικές κατηγοριοποιήσεις ως "αποτυχία" τού underground αυτό που λίγα μόλις χρόνια αργότερα (1976, έκρηξη του punk) αποδείχθηκε απλώς κλείσιμο ενός ιστορικού κύκλου του και άνοιγμα ενός νέου (που διήρκεσε  χονδρικά μέχρι το 1999 και τα γεγονότα του Seattle). Η παλινδρόμηση τού Μαρκούζε στις απαρχαιωμένες μαρξιστικές σχηματοποιήσεις ολοκληρώνεται στο "Αντεπανάσταση και Εξέγερση" του 1972, το οποίο, σε αντίθεση με τα δύο προαναφερθέντα έργα του, προσπεράστηκε αδιάφορα από το διεθνές underground κίνημα.
  Αξίζει να επισημανθεί ότι πρόσφατα κάποιοι εγχώριοι σταλινοειδείς μουσικοδημοσιογραφίσκοι, επιχειρώντας να "αποδείξουν" ότι το underground κίνημα των '60s "απέτυχε", κατέφυγαν στα λόγια τού -μετά το 1968- Μαρκούζε (http://diskoryxeion.blogspot.gr/2016/04/herbert-marcuse.html) επικαλούμενοι τον δήθεν ρόλο του ως δήθεν μοναδικού εκφραστή του underground (ρόλο που, όπως αναφέραμε, ο ίδιος αρνείτο εμφατικά - μάλιστα υποβιβάζουν τον Μαρκούζε συγκρίνοντάς τον με τον γνωστό γραφικό σταλινικό σωβινιστή Φαράκο...). Προφανώς, εθισμένοι οι ίδιοι στο να βρίσκουν "διαμεσολαβητές" της έκφρασής τους, θεώρησαν ότι έτσι θα έφερναν αντιμέτωπο το underground με τους υποτιθέμενους "εκφραστές" του. Ενώ ελάχιστες μόλις μέρες πριν (http://diskoryxeion.blogspot.gr/2016/04/rock-anti.html) χαρακτήριζαν τον -προ του 1968- Μαρκούζε ως ... αντιδιαφωτιστή, αντιδυτικό, μεσαιωνιστή, σκοταδιστή, τζιχαντιστή κλπ. Έτσι ο Μαρκούζε έγινε "λάστιχο" στα χέρια εγχωρίων σταλινίσκων "μαγείρων". Το φαινόμενο δεν είναι, βέβαια, νέο στην κουτοπόνηρη ημιμαθή (β)ρωμηοσύνη, αφού πρόσφατα κάποιοι εξίσου γραφικοί νεοφιλελευθεροφασίστες συνοδοιπόροι τους (προς την εξουσία) επιχείρησαν να εμφανίσουν ακόμα και ... τον Καστοριάδη σαν απολογητή της "Ε".Ε. Κι ούτε θα πρέπει να παραξενέψει το ότι αυτή η νεοφιλελευθεροφασιστική κοπτοραπτική βρήκε απόλυτα σύμφωνους τους σταλινοειδείς... - Θ.Λ.]
   

-O άλλος Νοέμβρης ( άρθρο στην Εφημερίδα των Συντακτών)
-Όχι άλλοι "ήρωες"...
 
 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου